Το πρόβλημα της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας δεν είναι η κεφαλαιακή επάρκεια αλλά το γεγονός ότι ανήκει στο κράτος και το κράτος δεν έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει τα κεφάλαια της τράπεζας, σε περίπτωση που θα χρειαστεί, διότι θα παραβιάζει τις αρχές του δίκαιου ανταγωνισμού μέσα στην ενιαία αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ευτυχώς δηλαδή, διότι με το λαϊκισμό που επικρατεί σε ότι αφορά το θέμα του Συνεργατισμού, η κυβέρνηση θα μπορούσε να υποκύψει στις πιέσεις των λαϊκιστών, δηλαδή αυτών που νοιάζονται τόσο πολύ για το συνεργατισμό και παριστάνουν τους «σωτήρες».
Είναι τραγικό, κάποιοι να προσπαθούν να εκμεταλλευτούν πολιτικά το πρόβλημα του συνεργατισμού, χωρίς όμως να αντιλαμβάνονται τη ζημιά που προκαλούν στον ίδιο συνεργατισμό αλλά και στο ευρύτερο τραπεζικό σύστημα. Αγνοούν οι φίλοι λαϊκιστές, μαζί και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, που θέλουν να συζητούν δημόσια τα προβλήματα του συνεργατισμού, ότι η εμπιστοσύνη των καταθετών είναι το Α και το Ω για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία το τραπεζικού συστήματος, το οποίο είναι ο βασικός πυλώνας της οικονομίας. Σήμερα, με ένα κλικ στο κινητό του, μπορεί κάποιος να μεταφέρει τα χρήματα του από μια τράπεζα σε άλλη, στην Κύπρο και στο εξωτερικό.
Με βάση τους κανόνες του δίκαιου ανταγωνισμού, οποιαδήποτε οικονομική στήριξη του Συνεργατισμού από την κυβέρνηση συνιστά κρατική ενίσχυση, και απαγορεύεται από την Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ακόμα και αν η κυβέρνηση αγοράσει τα κόκκινα δάνεια του συνεργατισμού, για να τα διαθέσει σε βάθος χρόνου, και αυτό θα θεωρηθεί ως κρατική ενίσχυση, αφού ο συνεργατισμός θα έχει πλεονέκτημα έναντι των άλλων τραπεζών στην Κύπρο και στην ευρωζώνη. Για να μην αποτελεί κρατική ενίσχυση, η αγορά των κόκκινων δανείων από το Συνεργατισμό ή/και από άλλες τράπεζες, πρέπει να γίνει με ιδιωτικά κεφάλαια και να είναι αποτέλεσμα σκληρής διαπραγμάτευσης (arms-length negotiations). Ένας Εθνικός Φορέας Διαχείρισης κόκκινων δανείων για όλες τις τράπεζες θα μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς να παραβιάζει τους κανόνες ανταγωνισμού, εφόσον χρηματοδοτείται από ιδιώτες, όχι από τους φορολογούμενους.
Το 2013, η κυβέρνηση παρέλαβε ένα συνεργατισμό αμαρτωλό, με πολλά προβλήματα αποτέλεσμα κακοδιαχείρισης για δεκαετίες και ανέλαβε την ευθύνη να τον μετατρέψει σε μια κανονική τράπεζα. Η κυβέρνηση τα κατάφερε σε μεγάλο βαθμό, ακόμα και στην περίπτωση των κόκκινων δανείων, αφού κατάφερε να τα μειώσει από €7.8 δις στα €6.2 δις. Βεβαίως ανάλογη μείωση είχαν και οι άλλες δύο μεγάλες τράπεζες, όμως στο συνεργατισμό ήταν πολύ πιο δύσκολο διότι η συντριπτική πλειοψηφία των δανείων είναι στεγαστικά και μικρά επαγγελματικά. Λόγω της αντίληψης που επικρατεί στην Κυπριακή κοινωνία ότι η πρώτη κατοικία και η μικρή επαγγελματική στέγη δεν μπορούν να εκποιηθούν, πολλοί δανειολήπτες που θα μπορούσαν να πληρώσουν δεν πληρώνουν. Πέραν των πιο πάνω, ο συνεργατισμός στερείται της ευελιξίας που διαθέτουν οι άλλες τράπεζες σε ότι αφορά τη λήψη αποφάσεων, λόγω του ότι ανήκει στο κράτος, και υπόκειται σε επιπρόσθετο έλεγχο από το Γενικό Ελεγκτή, κάτι που δεν συμβαίνει με τις άλλες τράπεζες. Οι άλλες τράπεζες προχωρούν σε διακανονισμούς με δανειολήπτες πολύ πιο εύκολα, και με χαλαρότερους όρους, όμως ο συνεργατισμός δεν μπορεί να κάνει το ίδιο. Γενικά, ο συνεργατισμός λειτουργεί μέσα σε ένα πολύ δύσκολο επιχειρηματικό περιβάλλον και η καλύτερη υπηρεσία που μπορούμε να προσφέρουμε σε αυτόν είναι να τον αφήσουμε ήσυχο για να κάνει τη δουλειά του.
Μάριος Μαυρίδης, Καθηγητής Οικονομικών Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο, βουλευτής Κερύνειας ΔΗΣΥ, m.mavrides@euc.ac.cy