Της Ηλιάνας Σκούλλου
(Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα http://studentlife.com.cy/), (http://studentlife.com.cy/2016/10/25/i-kinotopia-tou-kakou?cat=headlines%2Fopinion)
110 χρόνια από τη γέννηση της Hannah Arendt. Η Hannah Arendt είναι μια σημαντικότατη πολιτειολόγος και φιλοσοφος του 20ου αιωνα, μια φράση της οποίας έμελλε να αλλάξει για πάντα τη φιλοσοφική σκέψη.
Ποια ήταν Hannah Arendt;
Η γερμανοεβραϊκής καταγωγής Γιοχάνα «Χάνα» Άρεντ (Johanna «Hannah» Arendt) γεννήθηκε τον Οκτώβρη του 1906 στο Ανόβερο της Γερμανίας, σπούδασε στο Μάρμπουργκ και έκανε το διδακτορικό της στη Χαϊδελβέργη. Κορυφαία στιγμή της καριέρας της αποτελεί η έκδοση του βιβλίου της «Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ: η κοινοτοπία του κακού» το 1963. Η Αρέντ ανέλαβε να καλύψει τη δίκη του ναζί εγκληματία Άντολφ Άιχμαν (επικεφαλή στην γκεστάπο για τις μαζικές εκτοπίσεις των εβραίων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης) ως ανταποκρίτρια για το αμερικανικό περιοδικό «New Yorker».
Η δίκη του Άιχμαν έγινε στην Ιερουσαλήμ (μετά την απαγωγή του από τη Μοσάντ) και αφού προηγουμένως είχε εξεταστεί από μισή ντουζίνα ειδικών, οι οποίοι βεβαιώσαν ότι ήταν απόλυτα «φυσιολογικός». Η Αρέντ συνειδητοποίησε πως το πιο ανησυχητικό γνώρισμα του Eichmann – ο οποίος αναδείχτηκε σε σύμβολο της κοινοτοπίας του κακού – ήταν η αδυναμία του να σκεφτεί.
«Όσο πιο πολύ τον άκουγες να μιλάει, τόσο πιο εμφανές γινόταν ότι η αδυναμία του να μιλήσει συνδεόταν στενά με την αδυναμία του να σκεφτεί, και πιο συγκεκριμένα να σκεφτεί από τη σκοπιά ενός άλλου». Απερισκεψία για την Arendt είναι η έλλειψη εσωτερικού διαλόγου (“stop and think”).
Τονίζει πως: «Η σκέψη είναι ένας αθόρυβος διάλογος (dialegisthai as “talking through words”)μεταξύ εμένα και του εαυτού μου». Απουσία αυτού του εσωτερικού διαλόγου οι άνθρωποι δύναται να διαπράξουν ακόμα και μαζική δολοφονία. Όπως και έγινε.
Η «κοινοτοπία του κακού», αυτή η καινοτόμα σκέψη της Αρέντ, υποστηρίζει πως το κακό δεν εκπορεύεται από δαιμονικούς ανθρώπους με σατανικό βάθος, αλλά τρομακτικά φυσιολογικούς. Για να διαπραχθούν τερατωδίες δεν χρειάζονται (μόνο) τέρατα.
Απίστευτα φυσιολογικοί άνθρωποι, άχρωμοι και τιποτένιοι, λόγω της ανικανότητάς τους να διακρίνουν τη διαφορά ανάμεσα στο καλό και το κακό, βάζουν σε παρένθεση κάθε ηθική αξία όταν ο αρχηγός το απαιτεί.
Το απερίσκεπτο κοινότοπο τίποτα, έχοντας ως αλεξίσφαιρο κάλυμμα τους κανόνες στους οποίους πρέπει να υπακούσει, είναι ικανό για τα πιο ειδεχθή εγκλήματα.
Ανθρωπάκια που, αρνούμενα την ατομικότητα τους, εκτελούν διαταγές κατά τυφλό τρόπο, δεν μπορούν να βάλουν μπροστά τη καθαρή σκέψη και την πολιτική συνειδητοποίηση. Μόνο πραγματικά σκεπτόμενα και «ανήσυχα» πνεύματα μπορούν να ξεφύγουν ως ατομικότητες. Με την «κοινοτοπία του κακού» η Αρέντ προσπαθεί να ερμηνεύσει – και όχι να δικαιολογήσει! – τις πράξεις του εγκληματία Άιχμαν.
Δεν ήταν δαιμονικό υποκείμενο με απέραντο μίσος κατά των Εβραίων, αλλά υποκείμενο ρομπότ, μια απελπιστική μετριότητα που τελικά διέπραξε το χειρότερο έγκλημα.
Καταλήγουμε λοιπόν πως δίχως σκέψη, ανθρωπιά δεν υπάρχει.
Δίχως σκέψη, ομορφιά δεν υπάρχει. Άλλωστε, τι άλλο είναι η σκέψη από την ηθική διάκριση του όμορφου από το άσχημο;