ΤΟ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΝ…!!!
Του Σιάρπελ Ι. Φραγκίσκου
(Διάλογος μεταξύ Τταλλούς και Μαρουλλούς, για το… δαχτυλίδι…)
Μ: Μα, α κουμέρα μου Τταλλού, που ίσιωσες τζιαι πάεις,
τζιαι είσαι ολοστόλιστη, στο κέντρον εν να φάεις..?
Είσαι σαν τον καρνάβαλλον, λαλώ σου την αλήθκεια,
με το φουστάνιν που φορείς, τζιαι τούντα δαχτυλίδκια…!
Τ: Ούσσου, κουμέρα Μαρουλλού, χαπάριν μεν μας πάρουν,
τουτούκκιν, θα με κάμουσιν, κόμα τζιαι θα με γδάρουν…
Μεν με καθυστεράς καλό, τζιαι έσιεις με τζιαι στέκω,
τζι αν με σσιαστούν οι γείτονες, κατύσιη μου πιστεύκω…!
Έτο επήα στον γιατρόν, κιλά μάγκου μου χάσω,
τζιαι δαχτυλιδιν είπεν μου, πως πρέπει να περάσω…!
Έτσι τζι εγιώ εσκέφτηκα, αφού τα ‘χω χορτάτα,
να τα φορήσω μονομιάς, έτο, να κόβκω στράτα…!
Μ: Χα… Αμμά, κουμέρα μου Τταλλού, αλλού πρέπει να μπούσιν,
όϊ πάνω στα δάχτυλα, οι λας να τα θωρούσιν…
Μες στο στομάσιην θέλεις το, να κάμεις την δουλειάν σου,
τζιαμαί πρέπει να το φορείς, να χάσεις τα κιλά σου…!
Τ: Ου, στραβάραν μου, κακον, χαττάν που ’σιεν να πάθω,
καλά που σε ετράκκαρα, τούτον για να το μάθω…
Ευτύς απού τα δάχτυλα, φκάλλω τα δαχτυλίδκια,
φέρ’ το ποτσίν που το γλυκόν, τζιείνον με τα καρύδκια…
Ν’ αρκέψουμεν το μάσημαν, γλυκόν τζιαι δαχτυλίδιν,
τζιαι ως την άλλην εφτομάν, θα γίνουμεν στολίδιν..!
Μ: Μα, ίνταν που λαλείς Τταλού, ίντα ΄κοψεν ο νους σου..?
Τι θα το κάμεις το γλυκόν, φκάλτα σιόρ, τζιαι ούσσου…!
Τ: Κουμέρα, δίχα κούντημαν, πε μου ‘νταλος θα πάσιν,
τα δαχτυλίδκια που λαλείς, να κάτσουν στο στομάσιην..?
Θαρκούμαι πως με το γλυκόν, καλά εν να τζιυλήσουν,
για να αρκέψουσιν δουλειάν, τζιαι να με βοηθήσουν…!
Μ: Ππεεε, τούτη λαλώ επέλλανεν, ο νους της εν δουλεύκει,
άλλα της είπεν ο γιατρός, τζι άλλα τούτη γυρεύκει…
Κουμέρα, εκατάλαβες, τι σου ‘πασιν να κάμεις,
οξά, παραλοΐζεσαι, έτο, για να προκάμεις…?
Τ: Θαρκέσαι είμαι παλαβή, κουμέρα, για ξυάννω..?
Ότι μου είπεν ο γιατρός, τζι εγίωνη, τούτον κάμνω…
Τζιείνον πο ‘ν εκατάλαβα, ήτουν που να το βάλω,
αμμά, έτο ξερεις εσού, ευτύχημαν μεγάλο…
Τράβα να φέρεις το γλυκόν, κάτσε τζι εσού μιτά μου,
να τρώμεν πο ‘ναν που γυρίς, να φτάσω στα κιλά μου…!
Μ: Ππεε, πέρα βρέσιει, κουμέρα μου, καραμανιάν σιονίζει,
ο νους σου εν μονόχνωτος, με στρίβκει, με γαΐζει…!
Θαρκούμαι, μάσιεσ’ άδικα, ούλλους εν να μας φύρεις,
τζιαι εν θα κάμεις τίποτε, πούκουππα εν γείρεις…!
Άκου μου δα ‘νταν να σου πω, έχω σου άλλον τρόπον,
για να τα χάσεις τα κιλά, δίχα μεγάλον κόπον…
Ππέσε χαμαί κουμέρα μου, τα χάχχανα να ‘ρκέψεις,
τζιαι τα κιλά θα φύουσιν, τούτον να το πιστέψεις…!
Κάπου εν που εδκιάβασα, το χάχχανον λαλούσιν,
εν ο φονιάς για τα κιλά, σαν το γιαλλίν λουβούσιν…!
Φάκκα χαμαί, χαχχάνιζε, λαλώ σου ούλλη μέρα,
να δεις πως φεύκουν τα κιλά, χωρίς κόπον, κουμέρα..!
Φάρμακον ένει της ζωής, το γέλιον, έτσι γράφουν,
τζιαι να το πίννουν ούλοι τους, πρέπει για να το μάθουν…!
Σιάρπελ Ι. Φραγκίσκου