Catt tel şims
Tel Antoni Peppi Skullo – Του Αντώνη Πεππή Σκούλλου
Piti teiδlem şa picabbeş
Ayn ma int, tattirjca pitfatteş
Cintak, ll-eχlak u ll-ulatak
Fi lli-sχune telli mpratak
E java u pittistantrak
l-yawm tvaχχar kanliχa χarkak
şa pitcótt il-şims u má pant il-sala
lá ttavel, na χarís, prin şi veşeχ tejí fi pala
Tχalset mil şalca kullon
Kasret, tcaδpet amma má piθkullon
l-Rabbi pkyakşaχχa pkyatia ruχ
uv ie ma kalpa pitşíl paχχúr
Umma e kécete piθkapel caleχa
Pitrí tatsacita, amma e şeχa
jarret il-kursí jump illi-skalí
E saca tel pateremí
Χattet slipa u piδkyet tatsalli
Pitfikon kullon má pitχalli
l-jawza, ll-eχla, l-nes tel δeca
ma l-catt tel şims pijú parea
Men ma kan , intsán, χeván
Citşán, jicán ya ciryán
Akke rat il-Rabbi u saváχ
Ma l-catt tel şims teylaku straχ
Kşaca l-sama ta pkyxmara
l-cayár şa pisuru jampra
eχen – eχen lli-ntjum pipanu
ta tvaχχar kanu ceypín
men pkyácaref ayn kanu?
Sop il-liva caynak şlaχ
Şa pkytχaltu l-şims u l-paχr
Aş ma vijcak yawm tattintsi
Aχóst il-Liθrati cottu teintfi
l-δawm tel şims ta e reyχe tatcótt
χost kálipna pkyislaχ tanχótt
tesúr ftile ta má ttatintfi
tesúr şamca ta má ttatisli
Aδa ll-oχt ta pitcótt il-şims
Ta yawm o reχ tesúr ims
U prin illi-χχar teilpes sut
Ya Rabbi, akke saca pri tamút
Tel Antoni Peppi Skullo
Η δύση του Ήλιου
Ξεκίνησε να σκοτεινιάζει , βραδιάζει
Όπου και να είσαι γυρεύεις να επιστρέψεις
Σπίτι σου, στους γονείς σου , στα παιδιά σου
Στην ζεστασιά της συζύγου σου
Είναι σπίτι και σε περιμένει
Σήμερα όλη μέρα είχε την έγνοια σου
Δύει ο Ήλιος και δεν φάνηκες στον εσπερινό
Μην αργείς, να χαρείς, πριν κάτι κακό να έρθει στο μυαλό της
Τελείωσε από όλες τις δουλειές της
Κουράστηκε, βασανίστηκε αλλά δεν τους λέει
Ο Θεός την βλέπει της δίνει ψυχή
Και αυτή με την καρδιά της βγάζει κάπνισμα
Η μητέρα της κάθεται και την βλέπει
Θέλει να την βοηθήσει αλλά είναι γριά
Τράβησε το σκαμνί κοντά στο σκαλί
Είναι η ώρα της πατερεμής ( ροδαρίου)
Έβαλε το σταυρό της και ξεκίνησε να προσεύχεται
Τους θυμάται όλους δεν τους αφήνει
Τον σύζυγο της, τους γονείς της, τους ανθρώπους του χωριού
Με τη δύση του Ήλιου έρχονται συντροφιά
Όποιος και να είναι , άνθρωπος, ζώο
Διψασμένος, πεινασμένος ή γυμνός
Έτσι θέλησε ο Θεός και τον έκανε
Με τη δύση του Ήλιου να βρουν ξεκούραση
Δες τον ουρανό που κοκκινίζει
Τα σύννεφα που γίνονται όπως το κάρβουνο
Ένα- ένα τα αστέρια φαίνονται
Που όλη μέρα απουσίαζαν
Ποιος ξέρει που ήταν ?
Προς τα δυτικά ρίξε το μάτι σου
Σχεδόν ενώνονται ο Ήλιος με τη θάλασσα
Ότι σε πόνεσε σήμερα να το ξεχάσεις
Μέσα στο Λιθράτη ρίξε το να σβήσει
Το φως του Ήλιου που πηγαίνει να δύσει
Μέσα στην καρδιά μας πρέπει να βάλουμε
Να γίνει φυτίλι που δεν σβήνει
Να γίνει κερί που δεν λιώνει
Αυτή την ώρα που δύει ο Ήλιος
Που το σήμερα πηγαίνει να γίνει χθες
Και πριν η μέρα φορέσει μαύρα
Θεέ μου έτσι ώρα θέλω να πεθάνω
Του Αντώνη Πεππή Σκούλλου
Για να δείτε το βίντεο μπείτε στο πιο κάτω σύνδεσμο
Για να κατεβάσετε το ποίημα σε μορφή PDF κάντε κλικ ΕΔΩ