Ο ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ – 23 Απριλίου
Ο Άγιος Γεώργιος γεννήθηκε το 208 μ.Χ. έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, του πιο σκληρού διώκτη των Χριστιανών. Ο πατέρας του καταγόταν από την Καππαδοκία και υπηρετούσε ως αξιωματικός στην υπηρεσία του Διοκλητιανού. Η μητέρα του καταγόταν από τη Λύδδα της Παλαιστίνης. Όταν πέθανε ο πατέρας του, η μητέρα του τον πήρε στην πατρίδα της και τον μόρφωσε παιδαγωγικά και θρησκευτικά. Έγινε στρατιωτικός και επειδή ήταν έξυπνος, σε ηλικία είκοσι χρονών έγινε χιλίαρχος, γι’ αυτό ονομάστηκε στρατηλάτης.
Όταν ο Διοκλητιανός κήρυξε διωγμό εναντίον των Χριστιανών, ο Γεώργιος δεν εφάρμοσε την αυτοκρατορική διαταγή. Αντίθετα, φανερά και με κάθε τρόπο, βοηθούσε τους Χριστιανούς. Ο αυτοκράτορας οργίστηκε, διέταξε τους δήμιους και τον βασάνισαν σκληρά και απάνθρωπα. Τον έβγαλαν έξω από την πόλη και τον αποκεφάλισαν σε ηλικία 23 χρονών, τον Απρίλιο του 303 μ.Χ.
Εμείς οι Κύπριοι Μαρωνίτες είχαμε, σε πολλά χωριά μας, εκκλησίες αφιερωμένες στον Άγιο Γεώργιο: στην Κυθρέα, στο Επισκοπειό , στο Δάλι, στο Μαρώνι, στο Έξω Μετόχι, στον Κορμακίτη… Τον τιμούν στην Ελλάδα, στο Λίβανο, στη Γερμανία, στις Βαλκανικές Χώρες, στην Πολωνία, στη Συρία. Τον τιμούν και οι Μουσουλμάνοι.
Στην εικονογραφία φτιάχνουν αγάλματα δικά του και εικόνες με μωσαϊκά που κρατεί κοντάρι και το μπήγει στο στόμα του δράκοντα (Ο δράκοντας συμβολίζει το σατανά, τον εχθρό της Εκκλησίας). Φορεί στρατιωτική στολή. Άλλες εικόνες τον δείχνουν έφιππο. Πίσω του κάθεται μια Βασιλοπούλα (η βασιλοπούλα συμβολίζει την εκκλησία). Με το αιχμηρό κοντάρι του σκοτώνει το δράκοντα. Γεωργοί και βοσκοί τον παρακαλούν να μεσιτεύσει γι΄ αυτούς και ο Θεός να τους στείλει βροχές.
Θεωρείται ελευθερωτής των αιχμαλώτων, προστάτης των αδικημένων και όσων κινδυνεύουν. Είναι ο πολιούχος Άγιος της Βηρυτού και ο ισχυρός προστάτης του Κορμακίτη.
Ένα από τα θαύματα του Αγίου – Σωτηρία ενός αιχμαλώτου στρατιώτη.
Στην Παφλαγονία του Πόντου τιμούσαν πολύ τον Άγιο και μάλιστα είχαν κτιστεί προς τιμή του πολλοί ναοί. Όλοι τιμούσαν τον Άγιο τόσο ώστε κάθε οικογένεια να δίνει το όνομα του σ’ ένα από τα αρσενικά παιδιά της. Τούτο συνέβη και σε μια ευσεβή οικογένεια. Μεγάλωσε το παιδί της που ήταν φρόνιμο, ηθικό, συνετό, και όταν έγινε είκοσι χρόνων το κάλεσαν στο στρατό. Στις μάχες που έγιναν εναντίον των βαρβάρων πολλοί Χριστιανοί μεταξύ των οποίων και ο νεαρός Γεώργιος, έπεσαν σε ενέδρα, και από αυτούς άλλους έσφαξαν, άλλους έκαμαν υπηρέτες και άλλους πώλησαν δούλους. Ο Γεώργιος έγινε υπηρέτης κάποιου αξιωματικού, που τον εκτίμησε πολύ. Οι γονείς του Γεωργίου για ένα ολόκληρο χρόνο πενθούσαν και έκλαιγαν απαρηγόρητα για το χαμένο τους παιδί. Καθημερινά πήγαιναν στην εκκλησία και γονατιστοί παρακαλούσαν θερμά τον Θεό να τους φανερώσει τι απέγινε το αγαπημένο τους παιδί.
Αλλά και ο Γεώργιος από την εξορία του προσευχόταν στον Θεό να τον απαλλάξει από την σκλαβιά και να τον αξιώσει να συναντηθεί με τους αγαπημένους του γονείς. Πέρασε λοιπόν ένας χρόνος από τότε που εξαφανίστηκε. Έφθασε μάλιστα και η γιορτή του Αγίου και οι γονείς, που πάντα είχαν την ελπίδα ότι το παιδί τους ζει, κάλεσαν τους συγγενείς τους για δείπνο.
Εκείνη την ημέρα ο αξιωματικός του Γεωργίου του ζήτησε να του πλύνει τα πόδια πριν από το φαγητό και γι’ αυτό ο Γεώργιος πήγε να ζεστάνει νερό. Όλη την ημέρα ο Γεώργιος έκλαιγε και παρακαλούσε τον Άγιο του που γιόρταζε να τον ελευθερώσει και να τον οδηγήσει κοντά στους γονείς του. Μόλις το νερό έβρασε και το ετοίμασε για τον αφέντη του, παρουσιάστηκε μπροστά του ο Άγιος έφιππος σ’ ένα άσπρο άλογο και αφού ανέβασε τον νέο σ’ αυτό αμέσως, τον έφερε στο σπίτι του την ώρα που βρίσκονταν όλοι οι καλεσμένοι στο τραπέζι. Έμειναν όλοι τότε έκθαμβοι και όταν εκείνος τους αφηγήθηκε το θαύμα με κάθε λεπτομέρεια, όλοι, γεμάτοι χαρά, δόξασαν το Θεό.
Ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΜΑΣ
Στρατηγέ, σεμνέ Γεώργιε, μας γλυκοκοιτάς.
Με το μυτερό κοντάρι δράκοντα χτυπάς.
Του χωριού μας ο προστάτης είσαι ισχυρός
Τολμηρόν καθώς σε βλέπει τρέμει ο εχθρός.
Τιμημένε, βοηθούσες τους Χριστιανούς
Συνελήφθης-βασανίστης από τους εχθρούς
Ταπεινέ την εκκλησία δούλεψες πολύ
Έκοψε την κεφαλή σου άπονο σπαθί.
Ευλαβείς οι Μαρωνίτες, μ’ άδολη χαρά,
Σου έχουν χτίσει εκκλησίες σε πολλά χωριά.
Το χωριό μας υποφέρει, ω τι συμφορά,
Φέρε πίσω τα παιδιά μας, φέρ’ μας τη χαρά.




