Του Αντώνη Κασάπη
Η Κύπρος, υποτίθεται ένα “ενιαίο” κράτος από την “ανεξαρτησία” της το 1960, ήταν απο την αρχή έντονα θεσμικά διαιρεμένη σε δύο μέρη.
Σε αυτούς τους Κυπρίους που πίστευαν ότι είναι Έλληνες και που δέχονταν με χαρά να δώσουν προτεραιότητα στο Ελληνικό στοιχείο μέσα τους παρά στο Κυπριακό.
Και σε αυτούς τους Κυπρίους που πίστευαν ότι είναι Τούρκοι και που δέχονταν με χαρά να δώσουν προτεραιότητα στο Τουρκικό στοιχείο μέσα τους παρά στο Κυπριακό.
Υπήρχαν και μερικοί “άλλοι”, αλλά σε αυτούς δεν δόθηκε λόγος. Η ύπαρξη τους δεν αναγνωρίστηκε. Έπρεπε όλοι οι Κύπριοι να μπουν στις δύο αναγνωρισμένες “Κοινότητες”.
Ή Έλληνες ή Τούρκοι. Τίποτα άλλο.
Η έντονη πόλωση εντατικοποιήθηκε ακόμη περισσότερο μετά την “ανεξαρτησία”, με τα εθνικιστικά στοιχεία και στις δύο πλευρές να έχουν απόλυτη κυριαρχία. Τα κοινά στοιχεία μεταξύ των δύο Κοινοτήτων, τα Κυπριακά στοιχεία, υποβαθμίζονταν, ενώ οι διαφορές, και οι ομοιότητες με τις “μητέρες πατρίδες” τονίζονταν και ενδυναμώνονταν. Ακόμη και εισάγονταν εκεί που δεν υπήρχαν.
Ειδικά στην Ελληνική Κοινότητα, τα εθνικιστικά στοιχεία ήταν εντελώς ακράτητα. Και οδήγησαν πρώτα σε τρομοκρατία, μετά στο πραξικόπημα που έδωσε την αφορμή στην Τουρκία να εισβάλει (ή να επέμβει κατά άλλους) στην Κύπρο στρατιωτικά, να καταλάβει το 40% του νησιού, να εξαναγκάσει εθνική κάθαρση, και να κρατά το νησί διαιρεμένο σε δύο μέρη με πολύ λίγη σχέση μεταξύ τους.
Ο διαχωρισμός ενδυναμώθηκε σε σημείο που τώρα δεν φαίνεται δυνατό να υπάρχει πιθανότητα επανένωσης.
Ο Κυπριακός λαός μοιράστηκε στα δύο εντελώς, όχι μόνο εθνικά, όχι μόνο θρησκευτικά, όχι μόνο γλωσσικά, αλλά τώρα και γεωγραφικά.
Οι Κύπριοι Μαρωνίτες έζησαν έντονα αυτό το διαχωρισμό.
Η γραμμή του βίαιου διαχωρισμού περνούσε μέσα από την καρδιά τους. Αρχικά περίπου οι μισοί ήταν πρόσφυγες στη μια πλευρά της γραμμής και οι άλλοι μισοί ήταν εγκλωβισμένοι στην άλλη πλευρά.
Για 45 χρόνια η προσπάθεια και η ελπίδα ήταν να βρεθεί μια λύση στο Κυπριακό πρόβλημα που θα επανένωνε το νησί, για να μπορούν και οι Μαρωνίτες να επιστρέψουν στα δικά τους χωριά, και να διακινούνται σε όλη την Κύπρο ελεύθερα.
Η μιά απογοήτευση μετά την άλλη μας έφεραν στα πρόθυρα να χάσουμε τα χωριά μας εντελώς.
Δεν έχουμε χρόνο να περιμένουμε άλλους να λύσουν το Κυπριακό με μια λύση που θα επανένωνε το νησί.
Εξάλλου, τώρα πιά διαφαίνεται ότι η λύση επανένωσης ίσως να μην είναι πράγματι ο αληθινός στόχος των δύο πλευρών.
Τώρα οι Μαρωνίτες της Κύπρου δεν έχουν άλλη επιλογή.
Θα πρέπει να βρουν μόνοι τους τον τρόπο για να σωθούν.
Να μάθουν να ζουν και στις δύο πλευρές της διαχωριστικής γραμμής. Να έχουν τα χωριά τους και τη γη τους ως Ιδιαίτερη Πατρίδα τους, και ολόκληρη την Κύπρο ξανά δική τους Πατρίδα.
Αν δεν το επιτύχουν, σε λίγες δεκαετίες δεν θα υπάρχουν Μαρωνίτικα Χωριά στην Κύπρο, αλλά ούτε και Κύπριοι Μαρωνίτες.
Και αν το πετύχουν, θα είναι κυρίως με τις δικές τους προσπάθειες, και όχι από άλλους.